- παρωχημένους
- παροχέομαιsit beside in a chariotperf part mp masc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παρῳχημένους — παροίχομαι to have passed by perf part mp masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θα — (μόριο) 1. δηλώνει κάτι που πρόκειται να γίνει στο μέλλον («θα γράψω») 2. δηλώνει δυνητική διάθεση («θα έγραφα, αν είχα καιρό») 3. δηλώνει κάτι το πιθανό («κάτι θα τού έτυχε, γι* αυτό δεν ήρθε»). [ΕΤΥΜΟΛ. θα < θανά < θε να (με αφομοίωση)… … Dictionary of Greek
προ — ΝΜΑ (κυρίως ως πρόθεση) Ι. (ως τοπ.) (συν. με γεν.) 1. (με ρ. που σημαίνουν στάση και, στην αρχ., και με ρ. που σημαίνουν κίνηση) εμπρός, μπροστά από (α. «στέκεται προ τής εισόδου» β. «κείνους κιχησόμεθα πρὸ πυλάων», Ομ.Ιλ, γ. «πρὸ δ ἄρ αὐτῶν… … Dictionary of Greek
συναρχομένως — Α επίρρ. 1. (για λέξεις που απαντούν με διπλό τύπο στην αρχή τού θέματος) ταυτόχρονα με άλλη αρχή («ἐνείκειε καὶ νείκειε συναρχομένως», Αν. Κρ.) 2. με την ίδια αρχή («οἱ Ἴωνες καὶ οἱ ποιηταὶ συναρχομένως ποιοῡσι τοὺς παρῳχημένους τοῑς ἰδίοις… … Dictionary of Greek